espa

Τεχνικές ξυλουργικής και διαμόρφωση του σκελετού

Η κατασκευή των σκαφών ξεκινά με την κατασκευή του κεντρικού μέρους, της καρίνας, το μήκος της οποίας φτάνει έως 8 μέτρα και αποτελείται αρχικά από ένα κομμάτι ξύλο. Σε μεγαλύτερα σκάφη, έως 16 μέτρα, η καρίνα συνήθως αποτελείται από δύο κομμάτια ξύλου, με την παρέλα πάντα προς το πρυμνιό τμήμα της καρίνας. Αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμα και σε μεγάλα σκάφη, η καρίνα συνήθως δεν αποτελείται παραπάνω από τρία κομμάτια ξύλο. Στη συνέχεια, κατασκευάζεται το πρυμνιό, πρόκειται για το πρώτο ποδόσταμα που τοποθετείται στην καρίνα πριν αυτή στηθεί πάνω στα βάζια. Τοποθετείται σφηνωτά πάνω στην παρέλα της καρίνας από τη μια πλευρά, εξασφαλίζοντας έτσι την πάκτωσή του στην καρίνα. Επιπλέον, για ενίσχυση της σύνδεσης στην εσωτερική όψη του ποδοστάματος και στην ένωση με την καρίνα, τοποθετείται ένα μπρατσόλι, γνωστό και ως σκορπιός ή αγκώνας.

Εικ16. Διάφορα είδη συνδέσεων της καρίνας με το πρυμνιό ποδόσταμα σε οξύπρυμνο σκάφος. 1.ποδόσταμα, 2.σκορπιός ή αγκώνας, 3.εσωτερικό ποδόσταμα ή τσούντα, 4.αρκάς

Στη συνέχεια, κατασκευάζεται το πλωριό ποδόσταμα, το οποίο σε σκάφη έως 6 μέτρα αποτελείται από ένα μονοκόμματο ξύλο. Σε μεγαλύτερα σκάφη, από δύο τουλάχιστον κομμάτια, συνδεδεμένα με μία ματισιά. Στην άκρη του ποδοστάματος, στο επάνω μέρος, προσαρμόζεται ένα ξύλο που ονομάζεται κοράκι. Στη συνέχεια, επικεντρώνονται στην κατασκευή των νομεών. Αρχικά, σχεδιάζονται με τη μέθοδο της σάλας ή της μονόχναρου. Τα ξύλα των νομέων κόβονται και βάφονται με μίνιο. Μετά τη συναρμολόγησή τους, αφήνονται να στεγνώσουν για ένα χρονικό διάστημα. Κατά τη συναρμολόγηση των νομέων, είναι ουσιώδες να διασφαλιστεί η συμμετρία του σχήματος και η ισορροπημένη κατανομή του βάρους. Οι ενώσεις στους νομείς γίνονταν με καρφιά ή τζαβέτες. Μετά την ολοκλήρωση του διαμήκους άξονα, περιλαμβάνοντας ποδόσταμα και μπρατσόλια, τοποθετούν το μεσαίο ζεύγος νομέων στην καρίνα. Αυτοί ενώνονταν με ένα πρόχειρο σανίδι (περαδούρι) για να διατηρηθεί η συμμετρία τους. Κατόπιν, τοποθετούν φούρμες στις εξωτερικές πλευρές των νομέων, στις θέσεις που θα τοποθετηθούν αργότερα σανίδες του πετσώματος. Ο καραβομαραγκός στη συνέχεια τοποθετεί τις πλωριές και πρυμνιές φόρμες που συνδέουν τους νομείς του μεσαίου τμήματος του σκάφους με τα πλωριά και πρυμνιά ποδοστάματα. Οι φούρμες, είναι τρεις εύκαμπτοι πήχεις που διαμορφώνουν τρεις νοητές γραμμές κατά μήκος της μελλοντικής γάστρας του σκάφους, ενισχύοντας τον σκελετό για να αντεπεξέλθει σε κάθε πιθανή καταπόνηση. Έπειτα, γίνεται το ζύγισμα του σκάφους, με δύο διαφορετικούς τρόπους. Ο πρώτος περιλαμβάνει τη χρήση ενός λάμδα εσωτερικά σε συγκεκριμένες αποστάσεις στον νομέα, με το νήμα της στάθμης να ζυγίζει το σκάφος. Ο δεύτερος περιλαμβάνει τη χρήση ράμματος στον κεντρικό άξονα, μετρώντας δεξιά και αριστερά τις αποστάσεις, δηλαδή τα ημιπλάτη και ζυγίζοντας το σκάφος. Σε αυτό το στάδιο, οι φούρμες αντικαθίστανται από τα μόνιμα ενισχυτικά στοιχεία του σκελετού. Η κατινή κουπαστή τοποθετείται στη συνέχεια στα στραβόξυλα, προσδίδοντας ψηλότερο προφίλ στο άνω άκρο του σκελετού. Ακολούθως, τοποθετείται η πρώτη σανίδα κάτω από το κουρζέτο από την εξωτερική πλευρά του σκάφους, γνωστή και ως “τσάπα” ή “ζωνάρι” ή “αστάρι” ή “τιρίζι”. Οι απλοί νομείς σε σκάφη μήκους μέχρι 8 μέτρα αποτελούνται από τρία τμήματα: την έδρα ή στρώση, και δύο σκαρμούς ή στάμνες. Σε σκάφη μήκους 8-15 μέτρα, οι νομείς αποτελούνται από πέντε έως επτά κομμάτια, ενώ σε μεγαλύτερα από εννέα. Συνήθως, οι νομείς περιλαμβάνουν την έδρα, δύο σκαρμούς, δύο μαντάλια και τέσσερα καπάκια που καλύπτουν τις ενώσεις μεταξύ της έδρας και των μανταλιών. Αφού τοποθετηθούν τα σανίδια του καταστρώματος, ακολουθεί η κατασκευή των φουσκών ή φουστανών, που είναι τα κυκλικά ξύλα που τοποθετούνται κατά μήκος του καταστρώματος, στις ενδιάμεσες εγκοπές μεταξύ των σανιδιών. Σκοπός τους είναι να δώσουν στην επιφάνεια του καταστρώματος το κατάλληλο κυρτό σχήμα, ώστε να απομακρύνουν το νερό προς τα πλαϊνά του σκάφους. Οι φούσκες είναι αρκετές και τοποθετούνται με απόσταση περίπου 50 εκατοστών μεταξύ τους. Το κενό που δημιουργείται ανάμεσα στις φούσκες γεμίζει με ρητίνη ή κερί, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα αδιάβροχο και ανθεκτικό στοιχείο. Οι φούσκες είναι συνήθως φτιαγμένες από ευθύγραμμα ξύλα, που με τη χρήση του μασταριού και της στατζόλας παίρνουν το επιθυμητό κυρτωτικό σχήμα. Στη συνέχεια γίνεται η κατασκευή των καμαριών. Τα καμάρια στήνονται πάνω από τους λούρους και καρφώνονται με τους νομείς. Κάθε νομέας αντιστοιχεί σ’ ένα καμάρι του καταστρώματος. Επίσης, σε κάθε άκρο των καμαριών διαμορφώνεται μία εγκοπή για το καλύτερο δέσιμο με τους νομείς. Η απόσταση μεταξύ δύο διαδοχικών καμαριών είναι ανάλογη με την αντίστοιχη απόσταση μεταξύ των νομέων του σκάφους. Στα παλαιότερα σκάφη τα καμάρια είχαν πιο έντονη καμπύλη για να μπορούν να φεύγουν γρήγορα τα νερά από το κατάστρωμα. Τα καμάρια κατασκευάζονται από ξύλα με φυσική καμπυλότητα. Το τρυπητό ή κουρζέτο αποτελείται από τρία ή περισσότερα κομμάτια ξύλων, ματισμένα σ’ όλο το μήκος του σκάφους, από την πλώρη μέχρι την πρύμνη. Τα κομμάτια αυτά ενώνονται με απλές παρέλες που καταλαμβάνουν αρκετό μήκος, ώστε να καρφώνονται πάνω σε δύο τουλάχιστον καμάρια. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της μορφής του τρυπητού είναι οι ορθογώνιες τρύπες που ανοίγονται με τη στατζόλα και το μαστάρι. Προσαρμόζοντας το τρυπητό στην κατασκευή, κάθε νομέας περνάει μέσα από την αντίστοιχη τρύπα μέχρι να πατήσει το τρυπητό πάνω στα καμάρια. Ένα άλλο ενισχυτικό που χρησιμοποιούσαν παλαιότερα στα μεγάλα σκάφη κατά μήκος του άξονα του σκάφους και κάτω από τα καμάρια ήταν η πικεριά, που πάταγε πάνω στα σανταρόλια και την διέκοπταν τα γκουβούσια. Σ’ αυτό το σημείο πρέπει να κατασκευαστεί το πηδάλιο, το οποίο αποτελείται από δύο μέρη: το φτερό, που είναι το χαμηλότερο και πλατύτερο μέρος και το αδράχτι, που είναι το ψηλότερο και στενότερο μέρος. Συχνά αποτελούνται και τα δύο μέρη από το ίδιο ξύλο. Το πηδάλιο συνδέεται με το πρυμνιό ποδόσταμα με τρία βελόνια, που προσαρμόζονται σε εγκοπές κατάλληλα διαμορφωμένες. Πάνω στο πηδάλιο υπήρχε συνήθως ένα κορδόνι σκαλισμένο, το αφάλι. Η επόμενη φάση μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του σκελετού είναι η κατασκευή του πετσώματος. Αν το σκάφος είχε εσωτερικό πέτσωμα το τοποθετούσαν πρώτο και στη συνέχεια τοποθετούσαν τα σανίδια του καταστρώματος και τα σανίδια της γάστρας. Οι καραβομαραγκοί με τον ίδιο τρόπο που πέτσωναν όλη τη γάστρα του σκάφους, τοποθετούσαν και τα εσωτερικά σανίδια, το λεγόμενο φόδρο. Πάνω από το σωτρόπι και τις έδρες τοποθετούνται τα σανίδια του εσωτερικού δαπέδου, τα πανιόλια, που ήταν είτε κοντά και κατά πλάτος του άξονα του σκάφους, είτε μακριά και κατά μήκος. Για να είναι εφικτή η πρόσβαση στο σωτρόπι και στις έδρες, σε περίπτωση που χρειάζονται κάποια επισκευή, τα πανιόλια ήταν δυνατό να μετακινούνται. Το επόμενο βήμα είναι να κατασκευαστεί το πέτσωμα του καταστρώματος, το οποίο αποτελείται από σανίδια που το μήκος τους εξαρτάται από τη διαθέσιμη ξυλεία που υπήρχε στα ναυπηγεία. Για τα σκάφη με μήκος μικρότερο από 15μέτρα τα σανίδια έχουν πλάτος 6- 10 εκατοστά και πάχος 2-3 εκατοστά. Τα σανίδια του πετσώματος μαζί με τις πικεριές, κάτω από τα καμάρια, αποτελούν μία από τις διαμήκεις ενισχύσεις του σκάφους στο κατάστρωμα. Οι αρμοί των σανιδιών είναι πάντοτε παράλληλοι με τον άξονα του σκάφους και η κάθε σειρά και για ένα σκάφος με μήκος 15μέτρα αποτελείται από δύο μέχρι τέσσερα σανίδια. Κάθε σόκορο μεταξύ των σανιδιών της ίδιας σειράς βρίσκεται πάντα πάνω από ένα καμάρι του καταστρώματος. Για να οριστεί το σχήμα της τελευταίας πλευράς των σανιδιών του καταστρώματος χρησιμοποιούν τη στατζόλα και το μαστάρι. Ακολουθεί αναλυτική περιγραφή της διαδικασίας κατασκευής ενός ξύλινου σκάφους:

Α.Δημιουργία καρένας
Η προσδιορισμός του μήκους του σκάφους, δηλαδή η απόσταση από το κοράκι του πλωριού ποδόσταμου μέχρι το άκρο της πρύμης του καθρέφτη, καθορίζει το μήκος της καρένας. Η καρίνα, που αποτελεί την αφετηρία της κατασκευής του σκάφους, αποτελείται από πέντε κομμάτια ξυλείας iroko, συμπεριλαμβανομένης της στείρας στην περίπτωσή μας (μπορεί να αποτελείται από 5-10 κομμάτια ανάλογα με το μέγεθος του σκάφους). Η κορδέλα χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό των διαστάσεων, ενώ το πάχος και το φάρδος καθορίζονται με τον ξεχονδριστήρα. Συγχρόνως με την καρίνα (έξω τρόπιδα), κατασκευάζεται και το ακράπι (μέσα τρόπιδα), που είναι διάμηκο ενισχυτικό ξύλινο στοιχείο του σκελετού. Σε αντίθεση με τα ιστιοφόρα σκάφη, στα μηχανοκίνητα δεν απαιτείται πρόσθετο βάρος στην καρίνα

Εικ17. Δημιουργία καρένας

Β.Σχεδιασμός και κατασκευή ποδοσταμάτων και ακραπίου
Μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής της καρίνας, το πλώριο ποδόσταμα, γνωστό και ως στείρα, αποτελεί ένα σημαντικό στοιχείο που οριοθετεί το μήκος και την πλώρη του σκάφους. Το πλώριο ποδόσταμα τοποθετείται με τη βοήθεια του χναριού, που χρησιμοποιείται για τον καμαρισμό των ξύλων. Το δοκάρι του πλώριου ποδοστάματος έχει διαφορετικό σχήμα από αυτό της καρίνας. Συνήθως, τοποθετείται σχεδόν κάθετα στην καρίνα και έχει περίπου το ίδιο πάχος με αυτήν. Η σύνδεση του πλώριου ποδοστάματος με την καρίνα του σκάφους γίνεται με μεγάλες σφηνωτές ενώσεις, που ενισχύονται με τη χρήση εποξικών ρητινών. Αυτή η διαδικασία είναι κρίσιμη για την ενίσχυση της δομικής ακεραιότητας του σκάφους. Το πλώριο ποδόσταμα, ως προέκταση της καρίνας, ενισχύει την πλώρη του σκάφους και προσφέρει σημαντική στήριξη για τα ριγέ, τα ιστία και άλλα εξαρτήματα που σχετίζονται με την ιστιοπλοΐα. Επιπλέον, συμβάλλει στη διατήρηση του ισοζυγίου του σκάφους και επιδρά θετικά στη συμπεριφορά του κατά την πλοήγηση. Η επιλογή της εποξικής ρητίνης για τις ενώσεις συμβάλλει στη δημιουργία ισχυρών συνδέσμων που αντέχουν στον χρόνο και τις θαλάσσιες συνθήκες.

Εικ18. Ποδόσταμα

Το ακράπι αποτελεί ένα ξεχωριστό μαδέρι που τοποθετείται πάνω από την καρίνα του σκάφους και εκτείνεται σε όλο το μήκος της στείρας. Η στείρα είναι η προέκταση της καρίνας προς την πλώρη του σκάφους. Το ακράπι έχει διπλό ρολό στην κατασκευή του. Κατά μήκος του έχουν δημιουργηθεί εγκάρσιες εγκοπές ανάλογα με την θέση του κάθε ζεύγους των νομέων. Η μορφή του σχεδιάζεται έτσι ώστε, όταν τοποθετηθεί πάνω στην καρίνα, να δημιουργηθεί μια επιφάνεια, ο λεγόμενος ασσός, με εγκοπές κατά μήκος ολόκληρου του μήκους του σκάφους. Αυτές οι εγκοπές στηρίζουν τα μαδέρια του πετσώματος της γάστρας, τα οποία θα καρφωθούν στον ασσό. Αυτός ο σχεδιασμός συνεργάζεται για τη δημιουργία ενός ισχυρού, συνεκτικού συστήματος που στηρίζει την πλώρη του σκάφους. Στα μηχανοκίνητα σκάφη τύπου cruiser, όπου δεν υπάρχει το πρύμνιο ποδόστημα, η θέση αυτή καλύπτεται από τον καθρέπτη. Ο καθρέπτης είναι μια δομή που τοποθετείται στην πλώρη του σκάφους και αναλαμβάνει παρόμοιο ρόλο στη στήριξη των ιστίων και άλλων εξαρτημάτων.

Εικ19. Ακράπι

Γ. Τοποθέτηση καθρέπτη της πρύμνης
Ο καθρέπτης κατασκευάζεται αρχικά ως ξεχωριστός σκελετός, σύμφωνα με το σχέδιο. Έπειτα, τοποθετείται ολόκληρος ως ο τελευταίος νομέας στο άκρο της τρόπιδας στην καρίνα. Ο καθρέφτης υποστηρίζεται επάνω στο ακράπι (εσωτερική καρίνα) και συνδέεται με αγκώνες κατασκευασμένους από κόντρα πλακέ θαλάσσης και διάφορα άλλα ξύλα, χρησιμοποιώντας εποξική ρητίνη αντί για τζαβέτες (περαστές βίδες). Αυτή η μέθοδος εξασφαλίζει μια ενιαία κατασκευή, καθώς το κάθε ξύλο συνδέεται με το άλλο σε όλη την επιφάνεια του, αντί να εξαρτάται από τριβή και τζαβέτες που χρησιμοποιούνται σε παλαιότερες τεχνικές ναυπήγησης για τη σύνδεση δύο ξύλων. Στην πρύμνη του σκάφους, η πασαρέλα θα τοποθετηθεί με βίδες περαστές στον σκελετό του καθρέπτη, επίσης, με χρήση εποξικής κόλλας. Η πασαρέλα, που περιλαμβάνει νευρώσεις και ενισχυτικά στη σκάρα του σκελετού, αποτελεί ένα περίπλοκο δομικό στοιχείο.

Δ. Σχεδιασμός χναριών των νομέων
Οι νομείς, ή πόστες, αποτελούν ένα κρίσιμο στοιχείο στον σχεδιασμό και την κατασκευή του σκάφους. Αυτά τα μαδέρια κυρτού σχήματος, γνωστά και ως στραβόξυλα, χρησιμοποιούνται για τον σχηματισμό του σκελετού των πλευρών του σκάφους. Συγκεκριμένα, στο κάτω μέρος τους, εφαρμόζουν κάθετα στην καρίνα, ενώ στο επάνω μέρος τους εφαρμόζουν κάθετα στην κουπαστή. Κάθε πόστα του νομέα αποτελείται από τρία κομμάτια, ένα για κάθε πλευρά του σκάφους, και η ένωσή τους γίνεται στα βαθικά, με τζαβέτες και εποξική κόλλα. Αυτή η κατασκευαστική τεχνική εξασφαλίζει την αντοχή και τη συνοχή των νομέων. Το μήκος του σκάφους καθορίζει τον συνολικό αριθμό των νομέων που θα χρησιμοποιηθούν. Καθένας από αυτούς τους νομέας λειτουργεί ως στήριγμα για τα μαδέρια του πετσώματος του σκάφους, που αποτελεί το εξωτερικό περίβλημα του. Η μορφή των νομέων καθορίζει, επίσης, το σχήμα της γάστρας του σκάφους, προσδίδοντας του το χαρακτηριστικό του σχήματος. Η διαδικασία τοποθέτησης των νομέων αποτελεί κρίσιμο βήμα στη δημιουργία του σκάφους. Η ευθυγράμμιση του πλώριου ποδοστάματος, του ακράπι, και του καθρέφτη έχει ήδη πραγματοποιηθεί, και τώρα ξεκινά η τοποθέτηση των νομέων. Η διαδικασία ξεκινά από το κέντρο του σκάφους, όπου τοποθετούνται οι δύο ίσοι μεταξύ τους νομείς με το μεγαλύτερο άνοιγμα, που αποτελεί το μεγαλύτερο πλάτος του σκάφους. Κατόπιν, το πλάτος μειώνεται προοδευτικά καθώς απομακρυνόμαστε από το κέντρο. Αυτό το σχήμα συμβάλλει στη δημιουργία μιας ισχυρής και σταθερής κατασκευής, προσαρμοσμένη στη γεωμετρία του σκάφους. Η τοποθέτηση των νομέων γίνεται με προσοχή και ακρίβεια, καθώς αυτοί αποτελούν το σκελετό του σκάφους και επηρεάζουν την τελική του μορφή και αντοχή. Η διαδικασία στήριξης της κατασκευής σε δύο τάκους, έναν στην πλώρη και έναν στην πρύμνη, είναι σημαντική για τη διατήρηση της σωστής γεωμετρίας του σκάφους. Κάθε νομέας, η ανά δεύτερο νομέα, στηρίζεται σε πρόχειρα ξύλινα στοιχεία που ονομάζονται μπουντέλια. Η ευθυγράμμιση του σκάφους είναι κρίσιμη, και μπορεί να πραγματοποιηθεί με διάφορες μεθόδους. Μια κοινή μέθοδος είναι η χρήση νήματος στάθμης ή ράμματος. Το ζύγι της στάθμης τοποθετείται από την πλώρη έως την πρύμνη σε διάμηκες επίπεδο και παρακολουθείται ώστε να είναι παράλληλο με την καρίνα. Αυτό εξασφαλίζει την ευθυγράμμιση του σκάφους. Για μεγαλύτερη ακρίβεια, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και το λέιζερ. Η χρήση λέιζερ επιτρέπει τον εύκολο και ακριβή εντοπισμό των σημείων ευθυγράμμισης σε μεγάλες αποστάσεις.

Ε. Παραγωγή και τοποθέτηση νομέων
Μετά την ολοκλήρωση της καρίνας και την κατασκευή του πλώριου ποδοστάμου, του ακράπι και του καθρέφτη, δημιουργείται μια βάση για την τοποθέτηση των νομέων του σκάφους στις καθορισμένες θέσεις σύμφωνα με το σχέδιο. Όταν όλοι οι νομείς ευθυγραμμίζονται παράλληλα και τοποθετούνται σύμφωνα με τις οδηγίες, προκύπτει η πρώτη τρισδιάστατη μορφή του σκάφους. Η τοποθέτηση των νομέων ξεκινά από το κέντρο του σκάφους, όπου τοποθετούνται οι δύο ίδιοι νομοί με το μεγαλύτερο άνοιγμα, που αποτελεί και το μέγιστο πλάτος του σκάφους. Το πλάτος σταδιακά μειώνεται καθώς απομακρυνόμαστε από το κέντρο, με το ίδιο “αραλίκι” περίπου 450 χιλιοστά από την πλώρη μέχρι την πρύμη, δημιουργώντας μια ισχυρή κατασκευή.

Εικ20. Όψη της τοποθέτησης των νομέων στη πλώρη του σκάφους

ΣΤ. Ευθυγράμμιση και σταθεροποίηση των νομέων
Η υποστήριξη της κατασκευής πραγματοποιείται με δύο τάκους, έναν στην πλώρη και έναν στην πρύμνη. Κάθε νομέας, είτε ανά δεύτερο νομέα, στηρίζεται σε πρόχειρα ξύλινα στοιχεία, γνωστά και ως μπουντέλια. Η ευθυγράμμιση του σκάφους είναι ουσιώδης σε αυτό το στάδιο και επιτυγχάνεται χρησιμοποιώντας νήμα στάθμης και, ενίοτε, ράμμα. Κάθε νομέας μπορεί να ζυγιστεί (ευθυγραμμιστεί) με τη χρήση “γάβδια” – ένα “λάμδα” τοποθετημένο στο νομέα και δύο βελόνες που ορίζουν το νήμα της στάθμης ακριβώς στο κέντρο της καρίνας. Αυτή η διαδικασία επαναλαμβάνεται για κάθε νομέα και τοποθετούνται επίσης ξεχωριστά πρόχειρα ξύλινα στοιχεία (μπουντέλια). Η χρήση λέιζερ παρέχει επιπλέον ακρίβεια στον ευθυγραμμισμό. Για περισσότερη ακρίβεια σε μεγάλα σκάφη, χρησιμοποιείται αλφαδολάστιχο. Το λάστιχο γεμίζεται με νερό, και με το ανέβασμα ή κατέβασμα του λάστιχου, επιτυγχάνεται η ευθυγράμμιση των σημαδιών των νομέων.

Εικ21. Η ευθυγράμμιση των νομέων με το νήμα στάθμης

Ζ. Ενισχυτικές κατασκευές
Η συνέχιση της κατασκευής περιλαμβάνει τη στήριξη των νομέων σε πήχεις (φούρμες) για να συνδεθούν μεταξύ τους και να στηρίξουν προσωρινά τον σκελετό. Συγκεκριμένα, χρησιμοποιούνται τρεις φούρμες στον πυθμένα της κατασκευής και τρεις σε κάθε πλευρά. Στη συνέχεια, μετά τη συναρμολόγηση της τρόπιδας, οι νομείς τοποθετούνται πάνω της σύμφωνα με το σχέδιο, δημιουργώντας τον βασικό σκελετό του σκάφους. Κατόπιν, τοποθετούνται τα ενισχυτικά διαμήκη, τα οποία συγκολλούνται στους νομείς για να στηρίξουν τον σκελετό. Αυτά τα ενισχυτικά διαμήκη λειτουργούν ως βάσεις για τα πατώματα και τις μηχανές που τρέχουν κατά μήκος του σκάφους. Είναι ουσιώδη για τη γενική δομή του σκάφους και παρέχουν σταθερότητα και αντοχή. Με τα στοιχεία αυτά, ο σκελετός του σκάφους αρχίζει να παίρνει τελική μορφή, προετοιμάζοντας το έδαφος για την επόμενη φάση της κατασκευής.

Εικ22.Ενισχυτικά Κατασκευής

Η. Βιάρισμα των νομέων «Κούρεμα στραβόξυλων»
Το βιάρισμα των νομέων αποτελεί μια σημαντική φάση στην κατασκευή του σκάφους. Πριν από αυτήν τη διαδικασία, προηγείται η χάραξη σημαδιών στους νομείς, καθιστώντας το όριο τους ορατό. Στη συνέχεια, τοποθετούνται τα διαμήκη ενισχυτικά, το σωτρόπι παράλληλα της καρίνας, οι στραγαλιές και οι βάσεις των μηχανών. Κατά τη διαδικασία του βιαρίσματος, ξεκινώντας από τον πυθμένα και ανεβαίνοντας προς τα πάνω, καθορίζεται το τελικό σχήμα της κουπαστής του σκάφους. Επίσης, οριστικοποιείται το ύψος των νομέων και οριοθετείται το ύψος κοπής τους. Το “κούρεμα των νομέων” είναι η διαδικασία που δίνει το απαιτούμενο ύψος σε κάθε νομέα, εξασφαλίζοντας παράλληλα την κυρτότητα του σκάφους από τη μέση προς την πλώρη και από τη μέση προς την πρύμη. Η διαδικασία αυτή είναι σημαντική για την επίτευξη των επιθυμητών χαρακτηριστικών του σκάφους και για την εξασφάλιση της ορθής γεωμετρίας κατά την κατασκευή.

Εικ23.Το σκάφος πριν από το βιάρισμα των νομέων

Εικ24.Όψη της πλώρης του σκάφους μετά το βιάρισμα των νομέων

Θ. Τοποθέτηση τσάπας και κάτω κουπαστής
Η τσάπα αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της κατασκευής του σκάφους. Η τοποθέτησή της γίνεται κάτω από το κατάστρωμα και έχει τον σκοπό να δημιουργήσει μια σταθερή βάση για τον σκελετό του σκάφους. Η τσάπα αποτρέπει τις μετακινήσεις από το κατάστρωμα προς τα κάτω στα στραβόξυλα. Αμέσως μετά την τοποθέτηση της τσάπας, τοποθετείται το αστάρι (ζυγοδόκι) από μέσα και λίγο πιο κάτω από το πάχος των ζυγών. Το αστάρι αποτελεί τη στήριξη του καταστρώματος και συμβάλλει στη δημιουργία ενός σταθερού πλαισίου για το κατάστρωμα του σκάφους. Στη συνέχεια, τοποθετούνται οι στραγαλιές χαμηλά. Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως σε ορισμένες περιπτώσεις ενδέχεται να μην υπάρχει τσάπα, αλλά μόνο κάτω κουπαστή, ανάλογα με τον τρόπο κατασκευής του σκάφους.

Εικ25.Στο κάτω βέλος εξωτερικά βλέπουμε την τσάπα και στο πάνω βέλος εσωτερικά βλέπουμε την κάτω κουπαστή

ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΚΑΤΑΣΤΡΩΜΑΤΟΣ (ΚΟΥΒΕΡΤΑ)

Αφού ολοκληρωθεί ο σκελετός μέχρι το ύψος του καταστρώματος, η κατασκευή εσωτερικών λεπτομερειών αποτελεί σημαντικό βήμα στην κατασκευή του σκάφους. Αυτό περιλαμβάνει τη δημιουργία πατωμάτων, καμπινών, χωρισμάτων, χώρου ενδιαίτησης και την τοποθέτηση στεγανών φρακτών πριν από το κλείσιμο του σκάφους (πέτσωμα). Οι εσωτερικές λεπτομέρειες σχεδιάζονται και κατασκευάζονται για λόγους ευκολίας στην εργασία, προσφέροντας άνεση και λειτουργικότητα στο εσωτερικό του σκάφους. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει την εγκατάσταση πατωμάτων σε διάφορα μέρη του σκάφους, τη δημιουργία χώρων καμπίνας, τη διαχωρισμό του εσωτερικού χώρου, καθώς και την τοποθέτηση στεγανών φρακτών για τη διατήρηση της στεγανότητας του σκάφους.
Α. Παραγωγή και τοποθέτηση καμαριών και βασικών πατωμάτων
Τα εσωτερικά διαμήκη ενισχυτικά, όπως στραγαλιές, σωτρόπι, και βάσεις μηχανών, αποτελούν σημαντικά στοιχεία του σκελετού που υποστηρίζουν την κατασκευή των πατωμάτων. Ένα νεύρο όρθιο, κατασκευασμένο από κόντρα πλακέ και ξύλα, σχηματίζει ένα σχήμα διπλού “Η” που ανεβαίνει μέχρι την πλώρη του σκάφους. Αυτό το μαδέρι (νεύρωση), αποτελεί τη συνέχεια των βάσεων των μηχανών και αναλαμβάνει το ρόλο της στήριξης για τα πατώματα. Κατά την ολοκλήρωση του σκελετού πατώματος, υπάρχουν συγκεκριμένα σημεία στο σχέδιο όπου θα τοποθετηθούν οι τραβέρσες, όπου θα υπάρχουν ανοίγματα για τα πατώματα, οι μπουλμέδες, και άλλα συστήματα. Αυτά τα σημεία στον σκελετό πατώματος ορίζουν τα εγκάρσια ενισχυτικά, διαμορφώνοντας έτσι τη γενική διάταξη του σκάφους και ορίζοντας τη θέση των διαφόρων δομικών στοιχείων.

Εικ26. Ελαφρώς κυρτωμένα κατά μήκος μαδέρια που αποτελούν την βάση της κουβέρτας, τα ονομαζόμενα καμάρια

Η διαμόρφωση της κουπαστής αποτελεί σημαντικό βήμα στην κατασκευή του σκάφους. Σε ορισμένα ναυπηγεία, τα σανίδια της κουπαστής τοποθετούνται πριν από το πέτσωμα του καταστρώματος, προσφέροντας μεγαλύτερη σταθερότητα στις θέσεις των νομέων και των καμαριών. Το ύψος της κουπαστής ποικίλει ανάλογα με το μήκος του σκάφους. Η διαδικασία συνήθως ξεκινά με την τοποθέτηση των εσωτερικών σειρών των σανιδιών, τα οποία καρφώνονται στις εσωτερικές πλευρές των νομέων. Στη συνέχεια, το επάνω ξύλο της κουπαστής τοποθετείται στην κορυφή των εσωτερικών σανιδιών. Η εξωτερική επιφάνεια της κουπαστής διαμορφώνεται με δύο ή τρεις αράδες σανιδιών (αστάρια), τα οποία τοποθετούνται μεταξύ του ψηλότερου ξύλου της κουπαστής και του κουρζέτου. Στη χαμηλότερη σειρά της κουπαστής, δίπλα από τους νομές και στο επίπεδο του καταστρώματος, ανοίγονται τρύπες, τα μπούνια. Πάνω από την κουπαστή καρφώνεται το μπαστιγάγιο για περισσότερο ύψος. Ο αρμός μεταξύ του ξύλου της κουπαστής και του εξωτερικού σανιδιού κάτω από την κουπαστή, καλύπτεται με ένα άλλο σανίδι, το πάνω γωνάρι. Μετά την ολοκλήρωση των εγκάρσιων χωρισμάτων, τοποθετείται ο σκελετός του καταστρώματος, συμπεριλαμβανομένων των καμαριών, των κοντοκαμάρων, και των δύο διαμήκων ενισχυτικών (διαδοκίδες στη ναυπηγική) στην άκρη του καταστρώματος που διαμορφώνουν το άνοιγμα της υπερκατασκευής, γνωστές και ως “πικεργιές”. Στις πικεργιές στη συνέχεια κολλούνται με εποξική κόλλα όλα τα κοντοκάμαρα του διαδρόμου, δημιουργώντας έτσι την καμπυλότητα του. Υπάρχουν σαν οδηγοί τα χωρίσματα που είναι κομμένα ακριβώς στο ύψος του καταστρώματος και εκεί περνάει «πατάει» η πικεργιά όπου στηρίζονται όλα τα καμάρια με την καμπυλότητα του καταστρώματος.

Εικ27. Τα κοντοκάμαρα του καταστρώματος που θα κολληθούν στην πικεργιά διαμορφώνοντας την καμπυλότητα του

ΥΠΕΡΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Μετά την ολοκλήρωση του καταστρώματος, ξεκινά η κατασκευή των εσωτερικών τμημάτων του σκάφους. Αυτή αρχίζει με τα χωρίσματα, μικρές επιπλώσεις, επενδύσεις στα κόντρα-πλακέ των πατωμάτων, δεξαμενές λυμάτων, βοηθητικούς χώρους, ντουλάπια, κ.λπ., φτάνοντας μέχρι το ύψος του καταστρώματος. Όλα αυτά τα εσωτερικά τμήματα διαμορφώνονται στο πάτωμα της ενδιαίτησης, πριν ακόμα πέσει η χαμηλή υπερκατασκευή. Ενώ μπορούν να προετοιμάζονται παράλληλα τα κομμάτια για τη χαμηλή υπερκατασκευή, το σκάφος δεν μπορεί να κλείσει μέχρις ότου αυτή ολοκληρωθεί.

1. Μπίντα
Παράλληλα με το πέτσωμα της κουβέρτας, κατασκευάζονται τα λεγόμενα μπίντια ή μπίντες, τα οποία είναι ειδικά διαμορφωμένα κομμάτια ξύλου τα οποία τοποθετούνται στην πλώρη του σκάφους δεξιά και αριστερά από το πλώριο ποδόσταμο. Τα μπίντια εξυπηρετούν την πρόσδεση του καϊκιού στις μαρίνες. Το κεντρικό μπίντι της πλώρης βρίσκεται κάτω από την κούμιζα και στο κέντρο της καδένας, το οποίο αποτελεί το πιο ισχυρό μπίντι για την πρόσδεση του καϊκιού λόγω της θέσης του αλλά και του μεγέθους του. Το κεντρικό μπίντι της πρύμης τοποθετείται δεξιότερα του κέντρου του ποδοστήματος για πρακτικούς λόγους.

2. Κλίνες και αμπάρι
Η τοποθέτηση των κουκετών στο εσωτερικό της γάστρας είναι σημαντική για την άνεση των επιβατών και την εκμετάλλευση του χώρου. Οι κουκέτες, κατασκευασμένες εξ’ ολοκλήρου από κόντρα πλακέ θαλάσσης, προσφέρουν ανθεκτικότητα στο νερό και τις υγρασίες που μπορεί να υπάρχουν σε περιβάλλον ναυπηγείου ή σε θαλάσσιες συνθήκες. Η εικόνα των κουκετών μπορεί να διαφέρει ανάλογα με τον σχεδιασμό και τις προτιμήσεις του ναυπηγού. Συνήθως, οι κουκέτες προσφέρουν χώρο για ξεκούραση και αποθήκευση ατομικών αντικειμένων. Η επιλογή του σχεδιασμού μπορεί να είναι λειτουργική και να προσφέρει μία πρακτική λύση για τον χώρο του σκάφους. Σημειώνεται ότι, παρότι ο όρος “κουκέτα” συνήθως αναφέρεται σε κρεβάτι που βρίσκεται σε υπερώθηση ή σε χώρο με περιορισμένο ύψος, η εξατομίκευση του σχεδιασμού επιτρέπει τη δημιουργία προσαρμοσμένων λύσεων στον ναυτικό τομέα. Αφού δημιουργηθούν όλες οι εσωτερικές δομές του σκάφους και των στοιχείων που αποτελούν τις κύριες επιπλώσεις που συνδέονται με το υπόλοιπο κατασκευαστικό μέρος (όχι φορητά), το σκάφος μονώνεται με ισοθερμικό υλικό στις πλευρές. Οποιαδήποτε περιοχή πάνω από το νερό μονώνεται για τη διατήρηση της θερμοκρασίας, βάφεται και προστατεύεται αναλόγως. Μετά την ολοκλήρωση της τοποθέτησης των πλαϊνών κόντρα-πλακέ της υπερκατασκευής από μέσα, ανοίγονται τα φιλιστρίνια και διευκολύνονται όλες οι λεπτομέρειες. Στη συνέχεια, τοποθετείται το κόντρα πλακέ της χαμηλής υπερκατασκευής, και κατόπιν, στήνεται το πάτωμα της γέφυρας πλοήγησης στον εσωτερικό χώρο. Μόλις τοποθετηθεί το πάτωμα της γέφυρας πλοήγησης, που βρίσκεται σε ύψος 1,40 μέτρα, δημιουργείται το δεύτερο πάτωμα μετά το πάτωμα της ενδιαίτησης. Ακολούθως, πραγματοποιείται η τοποθέτηση όλων των σχετικών ενισχυτικών, όπως η εσωτερική σκάλα κ.λπ. Κάτω από το πάτωμα της γέφυρας βρίσκονται οι καμπίνες του σκάφους, και παράλληλα γίνεται η κατασκευή του κόππιτ, το οποίο είναι το κατάστρωμα της πρύμνης, ακριβώς πάνω από τις μηχανές, εξοπλισμένο με καναπέδες και άλλες επιπλώσεις. Η διαδικασία κατασκευής του σκάφους εξελίσσεται από τη βάση προς τα πάνω. Αφού ολοκληρωθεί το πάτωμα της γέφυρας, τα πλαϊνά της υπερκατασκευής τοποθετούνται εκτός του σκάφους και τοποθετούνται στην χαμηλή υπερκατασκευή.

3. Πηδάλιο και λαγουδέρα (διάκι)
Το πηδάλιο τοποθετείται στο πίσω μέρος του σκάφους με μεντεσέδες, οι οποίοι βιδώνονται επάνω στον αρκά. Το τιμόνι έχει το ύψος της πρύμνης του καϊκιού, ξεκινώντας από το κάτω μέρος της καρένας και φτάνοντας λίγο πιο πάνω από το κοράκι της πρύμνης. Δεν εξέχει ποτέ κάτω από την καρένα σε περίπτωση κινδύνου καταστροφής του από κάποια υποθαλάσσια πρόσκρουση (π.χ. ύφαλοι). Στο πάνω μέρος του τιμονιού θα προσαρμοστεί η λαγουδέρα, ένα μακρόστενο ξύλο που λειτουργεί υποβοηθητικά για τον χειρισμό του πηδαλίου.